Τρώγοντας τρόφιμα από τον τόπο μας κάνουμε καλό τόσο στην υγεία μας όσο και στο περιβάλλον.
Η στήριξη των τοπικών προϊόντων, είναι αποφασιστικής σημασίας για την βιωσιμότητα και την αειφορία. Η οικονομική, η περιβαλλοντική και πολιτιστική διάσταση του θέματος, μας αφορά όλους ως υπεύθυνους πολίτες και καταναλωτές. Όλοι πρέπει να κατανοήσουν ότι οι επιλογές μας, είναι εκείνες που θα καθορίσουν το μέλλον μας και το μέλλον του κόσμου μας.
Οι μικρές καλλιέργειες μπορούν να αναπτύξουν περισσότερες ποικιλίες, γεγονός που κάνει θαύματα για την προστασία της βιοποικιλότητας και της μακροπρόθεσμης επισιτιστικής ασφάλειας. Επίσης, οι μικρές γεωργικές καλλιέργειες συνήθως χρειάζονται λιγότερα φυτοφάρμακα. Τα τοπικά τρόφιμα γενικά περιέχουν λιγότερα χημικά, ακόμη και αν δεν είναι βιολογικά, επειδή αυτά τα τρόφιμα καλλιεργούνται εποχικά μία φορά σε αντίθεση από τις μεγάλες εταιρείες. Επίσης οι αγρότες τοπικών προϊόντων και επιχειρήσεις δεν χρειάζεται να διαθέσουν ιδιαίτερο χρόνο στην προσπάθεια να βρουν λύσεις σε ζητήματα όπως συσκευασίας, μεταφορικά και πως θα τα καταψύξουν, αφού διατίθενται άμεσα φρέσκα και κοντά στο μέρος που παράχθηκαν.
Η παραγωγή τροφής & η σπατάλη φαγητού σε αριθμούς
Μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την προστασία του περιβάλλοντος σήμερα αποτελεί η παραγωγή τροφής παγκοσμίως. Η παραγωγή τροφίμων χρησιμοποιεί το 34% της γης και το 69% του καθαρού νερού, ενώ αντιπροσωπεύει το 24-30% των εκπομπών του θερμοκηπίου. Η επανασύνδεση με τη μεσογειακή διατροφή μπορεί να φέρει σημαντικά οφέλη στην υγεία, αλλά και στο περιβάλλον μιας κι έχει εκτιμηθεί ότι το μοντέλο μεσογειακής διατροφής μειώνει κατά 72% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και κατά 33% την κατανάλωση νερού, σε σχέση με το κυρίαρχο πρότυπο διατροφής.
Επιπλέον, κάθε χρόνο υπολογίζεται ότι το 1/3 του παραγόμενου φαγητού, αριθμός που αντιστοιχεί σε 1,3 δισεκατομμύρια τόνους τροφής, αξίας περίπου 1 τρισεκατομμυρίου, καταλήγει είτε να σαπίζει στους κάδους απορριμμάτων καταναλωτών ή λιανέμπορων, είτε να καταστρέφεται λόγω κακών πρακτικών μεταφοράς ή συγκομιδής. Την ίδια στιγμή, 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι υποσιτίζονται και 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, ενώ στην Ελλάδα, μία τετραμελής οικογένεια πετάει κάθε χρόνο στα σκουπίδια 120 κιλά φαγητού. (πηγή WWF)
Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε;
Καθώς όλοι κατακλυζόμαστε από τη διαφήμιση, συχνά τα μοναδικά κριτήρια επιλογής ανάμεσα σε προϊόντα που μοιάζουν μεταξύ τους είναι η τιμή και η συχνότητα με την οποία το εμπορικό τους σήμα εμφανίζεται στην τηλεόραση. Κι όμως, ακόμα και σε προϊόντα με παρόμοια χαρακτηριστικά μπορεί κανείς να βρει διαφορές. Κάποιες από αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για το περιβάλλον.
Ας δούμε λοιπόν τι θα πρέπει να προσέχουμε στις επιλογές μας:
Προτιμάτε τα τοπικά προϊόντα, εφόσον πληρούν όλα τα άλλα κριτήρια. Όχι μόνο γιατί έτσι ενισχύετε την τοπική οικονομία, αλλά και γιατί για να φθάσουν τα προϊόντα αυτά στο ράφι του καταστήματος απαιτήθηκαν λιγότερη κατανάλωση καυσίμου και κατά συνέπεια καταναλώθηκε λιγότερη ενέργεια.
Αποφεύγετε τα προϊόντα που βρίσκονται σε πλαστική συσκευασία. Όλα τα πλαστικά έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό ότι δεν είναι φυσικά προϊόντα και αποτελούν παράγωγα της πετροχημικής βιομηχανίας. Λόγω των ιδιοτήτων τους δεν αποδομούνται εύκολα και παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτα για δεκαετίες ή και αιώνες.
Αποφεύγετε προϊόντα που η συσκευασία τους περιέχει χλωριούχο πολυβινύλιο (PVC). To PVC θεωρείται το πιο επικίνδυνο πλαστικό για το περιβάλλον. Πώς μπορεί, όμως, ο καταναλωτής να ξεχωρίσει το PVC από τα άλλα πλαστικά; Στις συσκευασίες εμφιαλωμένου νερού η αναγνώριση είναι σχετικά εύκολη, καθώς τα μπουκάλια από PVC έχουν μια ελαφρά γαλάζια απόχρωση. Αντίθετα, τα πλαστικά μπουκάλια από ΡΕΤ (που ανταγωνίζεται ολοένα και πιο συχνά το PVC) είναι πιο διαφανή και διαυγή. Πάντως, η αναγνώριση του PVC είναι πολύ πιο δύσκολη σε άλλα προϊόντα, εκτός και αν τα προϊόντα αυτά φέρουν ειδικό σήμα.
Μην ξεχνάτε λοιπόν πως τρώγοντας τρόφιμα από τον τόπο μας κάνουμε καλό τόσο στην υγεία μας και την τοπική αγορά όσο και στο περιβάλλον.