Σπίτι μου – Σπιτάκι μου
Τα χρόνια που ζούσα στην Αγγλία ήμουν μάρτυρας ενός φαινομένου που για εμένα ήταν πρωτόγνωρο. Άγνωστοι άνθρωποι που ελάχιστα γνώριζαν ο ένας για τον άλλον διάλεγαν να μοιραστούν ένα σπίτι και να έχουν μία κοινή κουζίνα, μπάνιο, καθιστικό και ένα κοινόχρηστο εξωτερικό χώρο που δύσκολα το χαρακτήριζες αυλή. Συνήθως τα σπίτια αυτά είχαν μικροσκοπικά υπνοδωμάτια που δεν σου γέμιζαν με τίποτα το μάτι πόσο μάλλον σου έφτιαχναν την διάθεση να μένεις σε αυτά. Με μικροσκοπικά παράθυρα, χωρίς παντζούρια, στρωμένα χαλιά που είχαν να καθαριστούν με επαγγελματικό τρόπο πιθανόν από τότε που εγκαταστάθηκαν στα δωμάτια, δεκαετίες πριν, με ανύπαρκτες ντουλάπες για να κρύψεις την σβάρνα σου, διέθεταν συνήθως ένα απλό κρεβάτι, μία ξύλινη καρέκλα, και ένα τραπέζι τα οποία περικύκλωνε μία κακόγουστη ταπετσαρία.
Την πρώτη φορά που πάτησα το πόδι μου στο Λίντς βρέθηκα στο τέταρτο όροφο μιας φοιτητικής εστίας. Ήταν με διαφορά η φθηνότερη από όλες, αλλά παρόλα αυτά εξακολουθούσε να είναι εξαιρετικά ακριβή με τα Ελληνικά δεδομένα που στην ίδια τιμή σε μία επαρχιακή πόλη θα νοίκιαζες μία μικρή γκαρσονιέρα και θα σου περισσεύανε και χρήματα για φαγητό. Για τα δεδομένα της Αγγλίας ήταν απλά το ελάχιστο αξιοπρεπές που μπορούσες να έχεις και το συνειδητοποίησα αμέσως μόλις την είδα. Πέντε μικροσκοπικά δωμάτια που μοιραζόντουσαν ένα μπάνιο και μία κουζίνα. Το περίεργο ήταν πως η εστία ήταν χωρισμένη στα δύο. Τρία υπνοδωμάτια ήταν από την πλευρά του λουτρού και τα άλλα δύο από την πλευρά της κουζίνας. Τα παιδιά που έμεναν από την πλευρά της κουζίνας έπρεπε για να πάνε στο μπάνιο να βγουν στο χολ τις πολυκατοικίας (εντωμεταξύ η πόρτα πίσω τους έκλεινε αυτόματα με μηχανισμό οπότε εύκολα κλειδωνόντουσαν έξω από το δωμάτιό τους εάν ξέχναγαν τα κλειδιά) να ξεκλειδώσουν το άλλο μισό διαμέρισμα που ήταν το μπάνιο και να προχωρήσουν σε ένα στενό διάδρομο για να κατευθυνθούν στην τουαλέτα η οποία από όσο θυμάμαι δεν είχε θέρμανση. Το αντίθετο ακριβώς κάναμε εμείς (εγώ έμενα από την πλευρά του μπάνιου) δηλαδή για να πάμε στην κουζίνα να πιούμε ένα ποτήρι νερό ή να πάρουμε κάτι από το ψυγείο ή να μαγειρέψουμε έπρεπε να πάρουμε τα κλειδιά από το υπνοδωμάτιό (για όσους θέλανε να το κλειδώσουν – εγώ ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να το κάνω) τα κλειδιά από την μία πόρτα της εστίας συν τα κλειδιά από την άλλη πλευρά της εστίας για να φτάσουμε στη κουζίνα να κάνουμε τη δουλειά μας και να ξαναγυρίσουμε πίσω ανοίγοντας και ξεκλειδώνοντας πόρτες μέχρι να φτάσεις στο δωμάτιό σου.
Από τα πέντε δωμάτια του διαμερίσματος του 4ου ορόφου που ήταν χωρισμένο στα δύο νομίζω πως διάλεξα το καλύτερο. Είχα την επιλογή να διαλέξω αφού είχα φτάσει αρκετές μέρες νωρίτερα σε εκείνο το μέρος και διάλεξα πρώτος ανάμεσα στους 5 πρωτοετείς που θα έμεναν εκεί. Θυμάμαι πως ήταν μέσα Σεπτεμβρίου μία συνηθισμένη Αγγλική μέρα. Μόλις με είχε αφήσει η Αναστασία με το μίνι bus στο campus, με φίλησε και μου ευχήθηκε πραγματικά μέσα από την ψυχή της ότι καλύτερο για το μέλλον. Εκτός από την ευχή της μακάρι να μου έδινε και μια κουβέρτα όμως, καθώς εκείνο το βράδυ τα χρειάστηκα. Το σώμα μου δεν είχε συνηθίσει ακόμη τη διαφορά θερμοκρασίας από την Ελλάδα και παρότι φορούσα όλα μου τα ρούχα εκείνο τα βράδυ «τουρτούριζα» από το κρύο. Την επόμενη μέρα βγήκα έξω και αγόρασα το ακριβότερο και ζεστότερο πάπλωμα της ζωής μου (80 λίρες εάν θυμάμαι καλά με πούπουλα από τα καλά..).
Με το πάπλωμα στα χέρια και μερικά προσωπικά μου πράγματα με τα οποία διακόμισα το δωματιάκι μου έγινε το σπιτάκι μου. Ήταν το μικρότερο από όλα, δίπλα στην έξοδο κινδύνου, είχε όμως την καλύτερη θέα από όλα τα υπόλοιπα. Μακάρι να είχα μία φωτογραφία να σας δείξω τη θέα από το παράθυρο. Η εστία μου βρισκόταν στη κορυφή ενός λόφου και το δωμάτιό μου στο τελευταίο όροφο ενός τετραώροφου κτιρίου. Από το παράθυρό μου μπορούσα να δω χιλιόμετρα μακριά. Ακριβώς από κάτω μου ξεκινούσε ένα μικρό δασύλλιο, το οποίο διέκοπτε ένα μικρό ποτάμι και λίγο παραπέρα υπήρχε ένα γήπεδο που κάθε Κυριακή μπορούσες να δεις αγώνες ράγκμπι. Εκτός από ξύλο που έβλεπες παρακολουθώντας τους αγώνες μάθαινες και ότι καλύτερο από βρισίδι κυκλοφορούσε εκείνη τη περίοδο, εκτός και εάν διαιτήτευε γυναίκα οπότε οι θερμόαιμοι ήταν λίγο πιο συγκρατημένοι.
Ήταν μία ονειρική εμπειρία αυτό που ζούσα. Ξαφνικά βρέθηκα σε ένα τελείως διαφορετικό μέρος με ευθύνες που δεν είχα ποτέ μου επωμιστεί χωρίς εποπτεία, με χρήματα στις τσέπες μου, που δεν είχα ποτέ μου βγάλει και έπρεπε να διαχειριστώ συνετά και με σεβασμό στους γονείς μου που με δυσκολία με βοηθούσαν να πραγματοποιήσω το όνειρό μου.
Έτσι βρέθηκα να έχω το δικό μου χώρο και το εκτίμησα παρά τις ιδιαιτερότητες που είχε για να το πω ευγενικά. Τους συγκατοίκους μου δεν τους γνώρισα ποτέ καλά. Ο πρώτος που ήρθε ήταν ένας Ισπανός εάν θυμάμαι καλά και ο οποίος έφυγε λίγες μέρες αργότερα για να βρει κάπου καλύτερα και με περισσότερη ησυχία. Όλοι οι υπόλοιποι ήταν Άγγλοι πρωτοετείς. Με τα βίας έμαθα τα ονόματά τους και πανεύκολα τα ξέχασα το επόμενο χρόνο όταν βρήκα ένα άλλο μέρος να μείνω. Δεν είχα κάποιο πρόβλημα μαζί τους και ούτε και αυτοί πρέπει να είχαν κάποιο θέμα μαζί μου ή με έβλεπαν ρατσιστικά σαν έναν ξένο στη χώρα τους. Το αντίθετο, πιστεύω πως μάλλον είχαν τύψεις γιατί νόμιζαν πως με ενοχλούσαν με τις καθημερινές φωνές τους και το χαβαλέ τύπου πενταήμερης εκδρομής το οποίο κράτησε μήνες. Το ότι με χώριζαν 4 πόρτες και δεκάδες μέτρα από την κουζίνα που μαζευόντανε με τους φίλους τους μάλλον ήταν σωτήριο για τα νεύρα μου. Οι μοναδικές στιγμές που λίγο ενοχλήθηκα ήταν όταν έπρεπε να εκκενώνουμε το κτίριο κατεβαίνοντας 4 ορόφους μέχρι την αυλή της εστίας 3 η ώρα τα ξημερώματα, όταν χτυπούσε ο συναγερμός καπνού στην κουζίνα. Αλλά ακόμη και αυτό τελικά μου βγήκε σε καλό αφού εκεί έκανα ενδιαφέρουσες γνωριμίες J. Στην αρχή αυτό με τους συναγερμούς συνέβαινε κάθε βδομάδα αλλά μετά από λίγο καιρό αραίωσε λίγο και ταυτόχρονα έμαθα να κοιμάμαι ενώ αυτοί χτυπούσαν. Αξιοσημείωτο προς αναφορά ήταν το γεγονός πως κάθε φορά που χτυπούσε ο συναγερμός ερχόταν η πυροσβεστική υπηρεσία και αυτό στοίχιζε κάτι χιλιάρικα λίρες κάθε φορά στο πανεπιστήμιο.
Τελικά για εμένα ο μικροσκοπικός χώρος του δωματίου μου ήταν το κάστρο μου ο προσωπικός μου χώρος και τίποτα δεν άφηνα να με ενοχλήσει όταν βρισκόμουν μέσα σε αυτό.
Στην Ελλάδα η συγκατοίκηση μεταξύ αγνώστων δεν έχει γίνει ακόμη σύνηθες, αλλά λόγου της κρίσης που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια νομίζω πως σύντομα θα γίνει μόδα. Όπως στην Αγγλία όπου διάφοροι ένοικοι μοιράζονται ένα διαμέρισμα έτσι και στην Αμερική μικροσκοπικοί χώροι γίνονται ανάρπαστοι και όνειρο για τους λιγότερο προνομιούχους. Τα περισσότερα είναι λίγο μικρότερα από ένα υπόστεγο στον κήπο και μερικά από αυτά μπορούν εύκολα να τα ρυμουλκήσεις. Υπάρχουν χιλιάδες παραδείγματα στο youtube που κανείς μπορεί να παρακολουθήσει ανθρώπους που μοιράζονται τις πατέντες τους και τις εμπειρίες τους από την ζωή σε αυτά.
Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί εύκολα να μετατρέψει ένα μεταχειρισμένο βανάκι με λιγότερα από 3 χιλιάρικα ευρώ και να έχει με αυτό το τρόπο ένα σπίτι σε τροχούς για να μπορεί να το μεταφέρει όπου του κάνει κέφι. Επιπρόσθετα στην Αμερική όπως και στην Ελλάδα πλέον σε απαλλάσσει από φόρους τύπου ΕΝΦΙΑ και δημοτικά τέλη, πάγια ΔΕΗ και ύδρευσης που θα πλήρωνες εάν είχες για παράδειγμα μόνος σου ένα σπίτι ή εξοχικό ή ακόμη χειρότερα και τα δύο.
Οι μικροσκοπικοί χώροι που χρησιμοποιούνται για κατοικίες όπως αυτούς που περιγράψαμε παραπάνω είναι μόνο μερικά από τα παραδείγματα που υπάρχουν και δείχνουν που είναι διατεθειμένοι οι άνθρωποι να φτάσουν προκειμένου να δημιουργήσουν μία αίσθηση του σπιτιού, του δικού τους προσωπικού χώρου ακόμη και όταν τα μέσα που διαθέτουν είναι λιγοστά ή οι συνθήκες που ζουν δεν τους το επιτρέπουν. Για άλλους είναι ένα σύμπτωμα μίας ευρύτερης και εντεινόμενης αναζήτησης του ανήκειν, η οποία ενσωματώνει την αίσθηση του προσωπικού τους χώρου ως μία προέκταση του εαυτού τους, ειδικά στις μέρες μας όπου όλο και περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται εκτοπισμένοι, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά, από τη ζωή λόγου σπουδών, ανεργίας ή αναζήτησης μία καλύτερης ζωής. Φυσικά οι πρόσφυγες ανήκουν στη κορυφή αυτής της νέας πραγματικότητας, οι οποίοι με τα ελάχιστα υπάρχοντά τους και τις συνθήκες που βιώνουν καταφέρνουν να φτιάξουν ένα υποτυπώδεις προσωρινό και πρόχειρο καταυλισμό, περιτριγυρισμένοι από τους δικούς του ανθρώπους. Το ότι είσαι μαζί με τους «δικούς σου» ανθρώπους είναι πράγματι ένα από τα σημαντικά στοιχεία για να νιώσεις σαν το σπίτι σου.
Κάτι αντίστοιχο κάνουνε εξάλλου και οι περισσότεροι Έλληνες όταν φεύγουν και πάνε στο εξωτερικό. Στο πανεπιστήμιο του Λίντς για παράδειγμα οι Έλληνες σπουδαστές ήταν με διαφορά οι περισσότεροι από όλες τις άλλες εθνικότητες εκτός φυσικά από τους Βρετανούς. Περίπου 800 Έλληνες και η δεύτερη πιο κοντά σε αριθμό φοιτητών ήταν οι Ισπανοί με καμμιά 150αρία άτομα. Μια φορά την εβδομάδα βρισκόταν σε ένα club για να περάσουν ένα βράδυ μαζί και να χορέψουν τα Ελληνικά “top” και ταυτόχρονα να μιλήσουν την γλώσσα τους, να κλαφτούν που το τυρί φέτα είναι πιο ακριβό από ότι στην Ελλάδα, να γελάσουν με τα ανέκδοτα που μόνο οι Έλληνες και οι Άραβες καταλαβαίνανε, να κάνουνε σχέδια για το τι θα κάνουν όταν θα γυρίσουν στην μάνα πατρίδα. Εκεί στα 6-7 χρόνια που έμενα στο Λιντς είχα πάει μόνο μια ή δυο φορές και παρόλα αυτά είχα συναντήσει και ένα φίλο μου από το Βόλο τον Διαμαντή ο οποίος τυχαία είχε έρθει για βόλτα στην Αγγλία. Μα πόσος μικρός μπορεί να είναι ο κόσμος μερικές φορές!
Οι περισσότεροι Έλληνες εκεί νιώθανε σαν το σπίτι τους. Και εγώ ένιωθα σαν το σπίτι μου αλλά μου άρεσε και ένα άλλο, ακόμη περισσότερο. Η αγάπη και η πόρωση μου για την αναρρίχηση με έκανε να διαλέξω ένα μέρος που ένιωθα ακόμη περισσότερο σαν το σπίτι μου. Έτσι κάθε Τετάρτη βράδυ πήγαινα στην Otley Pub που βρισκόμασταν με την ομάδα αναρρίχησης του πανεπιστημίου. Εκείνη τη στιγμή και σε εκείνο το μέρος νιώθαμε όλοι σαν να είμαστε με τις οικογένειές μας. Ανεξάρτητα από πιο μέρος του κόσμου είσαι ή πια είναι η πρώτη γλώσσα που μίλησες ή εάν καταλαβαίνεις τα Αγγλικά ή τα Ελληνικά αστεία είχαμε ένα κοινό πολύ σημαντικό και το οποίο μας ένωνε ανεξάρτητα από που προερχόμαστε ή ποια είναι τα πιστεύω μας. Μοιραζόμασταν τον ενθουσιασμό και τα όνειρά μας χωρίς να μας κρίνουν και ταυτόχρονα νιώθοντας πως μας καταλαβαίνουν ανοιγόμασταν και περνούσαμε ωραία. Ακόμη και όταν φεύγαμε από αυτό το μέρος και συνεχίζαμε τη διασκέδασή μας σε άλλα μαγαζιά ή επισκεπτόμασταν άλλα μέρη τα Σαββατοκύριακα εξακολουθούσαμε σαν ομάδα να νιώθουμε ενωμένοι και πιάνοντας μία γωνία σε ένα ξένο χώρο δια μαγείας γινόταν ο δικός μας χώρος νιώθοντας σαν το σπίτι μας.
Το σπίτι είναι εκεί που βρίσκεται η καρδιά σου και δεν υπάρχει άλλο μέρος σαν το σπίτι σου, αλλά η αίσθηση του να νιώθεις σαν το σπίτι σου μπορεί να προέλθει από πολλές πηγές. Σπίτι μπορεί να είναι ένας τόπος διαμονής, όπου μπορείτε να πάτε πίσω μετά τη δουλειά. Μπορεί να είναι το μέρος στο οποίο γεννήθηκες ή έζησες μικρός, το σπίτι των γονιών σου όπου έχεις υπέροχες αναμνήσεις χαράς και ξεγνοιασιάς. Μπορεί να είναι το στέκι όπου οπαδοί μιας ομάδας συναντιούνται για να τα πούνε ή εκεί που μαζεύεσαι με φίλους για να τα πείτε. Ακόμη και ένα μέρος που σου αρέσει να πας να περπατάς ή να κάνεις μία δραστηριότητα που αγαπάς ή απλά σου δημιουργείται όταν βρίσκεσαι δίπλα στον άνθρωπο της ζωής σου.
Η αναζήτηση λοιπόν, ενός χώρου που να μας κάνει να νιώθουμε σαν το σπίτι μας και να μας ανήκει κατά αποκλειστικά εάν είναι δυνατόν είναι κάτι σημαντικό στη καθημερινή ζωή των κοινωνιών από πάντα και ιδίως στις ημέρες μας το βλέπουμε να αποχτά σημαντική θέση στη πολιτική και στις ιδεολογίες περί δικαιωμάτων του ανθρώπου και έχει οδηγήσει σε μία παγκόσμια πολιτική συζήτηση. Έτσι νιώθουμε από την μία να απειλούμαστε από τη μετακίνηση πληθυσμών σε παγκόσμιο επίπεδο και από την άλλη να ελπίζουμε στην δικιά μας μετανάστευσή εάν τα πράγματα στην χώρα μας δεν πάνε καλά και ανάλογα εάν είμαστε αυτοί που μεταναστεύσουμε ζητάμε αποδοχή ή εάν είμαστε αυτοί που υποδεχόμαστε να ζητάμε από αυτούς που έρχονται να πάνε αλλού. Είναι ολοφάνερο πια και για τους πιο δύσπιστους ότι οι ισορροπίες έχουν ήδη ξεκινήσει να ανατρέπονται από το προηγούμενο κιόλας έτος και θα το συνειδητοποιήσουμε ακόμη περισσότερο το 2017 όπου μία νέα πραγματικότητα και δυναμικές αρχίζουν να δημιουργούνται. Βλέπετε απόσχιση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την επικράτηση της ξενοφοβικής ρητορικής Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Αλήθεια πόσο οξύμωρο ακούγεται και είναι το γεγονός ότι αυτή η νέα πραγματικότητα ξεκινάει στο δυτικό κόσμο από οντότητες που μέσα στο όνομά τους έχουν τη λέξη «Ενωμένοι»!
Θεωρώ πως όλη αυτή η αναζήτηση και το άγχος για να χτίσουμε το σπίτι μας και να νιώθουμε έναν τόπο σαν το σπίτι μας πηγάζει από την αναζήτηση της ταυτότητάς μας και τον φόβο μήπως την χάσουμε. Οι ψυχολόγοι λένε πως η αντίληψη του ατόμου για την ταυτότητά του χαρακτηρίζεται από δύο στοιχεία: την αίσθηση του ανήκειν και την αίσθηση του διαφέρειν, που θεμελιώνονται μέσα στην οικογένεια από τη βρεφική ήδη ηλικία. Την αίσθηση του «ανήκειν» που είναι όπως υποστηρίζεται «απόρροια της ανάγκης για συνεχή διατήρηση και βελτίωσης της κοινωνικής θέσης του ατόμου που οδηγεί στην οργάνωση υποομάδων μέσα στην κοινωνία. Τα άτομα αναζητούν την ομάδα που φαντάζει ως η πλέον ισχυρή, αξιόπιστη, συμβατή με τις ανάγκες τους και που θα τους προσδώσει κύρος, κοινωνική υπεροχή, θα συμβάλλει στη θετική αυτοαξιολόγησή τους και θα τονώσει το αίσθημα της ασφάλειας».
Ένας φιλόσοφος που ανέλυσε το παραπάνω αίσθημα αρκετά εμπεριστατωμένα είναι κάποιος που όσα γνωρίζω για αυτόν είναι από άλλους που τον έχουν διαβάσει και είναι για πολλούς μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και καθόλου συμπαθείς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως γεννήθηκε μέσα στην ξενοφοβική Γερμανία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και κάποια από τα λεγόμενά του είναι ιδιαίτερα επηρεασμένα από το ρατσισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στη χώρα των Ναζί (με τον όρο «χώρα των Ναζί» αναφέρομαι στην τότε Γερμανία και όχι στην σημερινή). Ο Martin Heidegger κάποια στιγμή της ζωής του ήταν υποστηρικτής μιας ιδεολογίας μίσους και κάποια από όσα έχει πει εμπεριέχουν αποστάγματα αυτής της αρρωστημένης φιλοσοφίας. Όπως τότε έτσι και στις μέρες μας αντίστοιχες ιδεολογίες, φωνές ή φοβίες έρχονται να επηρεάσουν τις συνειδήσεις μας τόσο των νέων όσο και των μεγαλύτερων που θα έπρεπε να γνώριζαν περισσότερα (βλέπε τα δημογραφικά στοιχεία αυτών που υποστηρίζουν ακραίες τακτικές κτλ.) για το που μπορεί να οδηγήσει ο λαϊκισμός και η αναζήτηση ενός αποδιοπομπαίου τράγου.
Ο Heidegger μισούσε αυτό που έλεγε ο Σωκράτης «Σκέφτομαι άρα Υπάρχω», καθώς υποστήριζε πως έτσι ψάχνουμε την ταυτότητά μας μέσα στη σκέψη, ανεξάρτητα από την πραγματικότητα του φυσικού μας κόσμου. Αντίθετα εάν μπορούσαμε να περιγράψουμε τη φιλοσοφία του με τρεις λέξεις θα ήταν «Κατοικώ άρα Υπάρχω». Για αυτόν, η ταυτότητα συνδέεται με την ύπαρξη στον κόσμο, το οποίο με τη σειρά του σημαίνει ότι έχει μια θέση σε αυτό. Δεν ζούμε σε έναν αφηρημένο χώρο όπως περιγράφεται από φιλοσόφους, αλλά σε ένα συγκεκριμένο μέρος, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ιστορία. Όταν γεννιόμαστε είμαστε ήδη δεμένοι με αυτόν τον κόσμο και όχι ξεχωριστές οντότητες που προσπαθούμε να πιαστούμε και να βρούμε μία θέση σε αυτόν. Η ταυτότητά μας δεν εξασφαλίζεται μόνο μέσα από την σκέψη μας, αλλά και μέσα από το σώμα, το πώς νιώθουμε και αισθανόμαστε, αλλά και τι μας συγκινεί και τι μας εκφράζει, κυριολεκτικά και συναισθηματικά. Ο κόσμος για αυτόν δεν είναι ένα παζλ που πρέπει να λύσουμε αλλά πρέπει να τον δεχτούμε και να τον ζήσουμε όπως ακριβώς ¨είναι¨. Να ενσωματωθούμε σε αυτόν και όχι να αποσπαστούμε προκειμένου να κυριαρχήσουμε
Ο Heidegger είχε μία συγκεκριμένη εικόνα όταν αναφερόταν στο σπίτι του. Ένα μεγάλο μέρος του χρόνου του το περνούσε σε ένα ορεινό καταφύγιο στο «Μαύρο Δάσος». Ένα παραμυθένιο μέρος με αμέτρητες ομορφιές, ποτάμια, τρεχούμενα νερά, καταρράκτες πεύκα και έλατα, αλλά και πανέμορφα μονοπάτια, που οδηγούν σε γραφικά χωριά και βρίσκεται στη νοτιοδυτική Γερμανία και συγκεκριμένα στο κρατίδιο της Βάδης – Βυρτεμβέργης, που εκτείνεται ανάμεσα στον ποταμό Ρήνο, δυτικά και τις πηγές του Δούναβη, νότια. Εκεί πήγαινε να γράψει και ένιωθε ότι ήταν το σπίτι του. Δεν υποστήριζε πως όλοι πρέπει να νιώθουν σαν το σπίτι τους σε ένα αντίστοιχο μέρος, αλλά χρειαζόμαστε κάτι ισοδύναμο με αυτό που εκείνος ένιωθε όταν ήταν στο Μαύρο Δάσος. Κάποιος μπορεί να το βρει κάτω από ένα δέντρο σε ένα πάρκο της πόλης, δίπλα σε μια παραλία ή καθώς κάθεται σε ένα καφέ κοιτώντας τους περαστικούς.
Για τον κόσμο και την ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιστημών είχε μία ιδιαίτερη πεσιμιστική άποψη, καθώς υποστήριζε πως έφερνε δεινά και έκανε ανήσυχους και χωρίς ρίζες πολίτες που συστηματικά τους «έκλεβε» και τους απομάκρυνε από αυτή την αίσθηση θαλπωρής και ηρεμίας που κανείς βρίσκει στο σπίτι του. Για τον Heidegger, η νοσταλγία της ανυπέρβλητης λαχτάρας κάποιου να επιστρέψει στην πατρίδα του ή στο σπίτι του είναι προϋπόθεση για να έχει ταυτότητα και η τεχνολογία είναι ένα εμπόδιο σε αυτό.
Εάν το καλοσκεφτείτε στις μέρες μας ένα υπνοδωμάτιο μπορεί να γίνει εύκολα ένα γραφείο με τη χρήση ενός υπολογιστή, με ότι αυτό συνεπάγεται για την προσωπική σου αλλά και οικογενειακή ηρεμία.
Μέχρι και πριν λίγα χρόνια η τεχνολογία στις κατοικίες ήταν απλά ένα εργαλείο που σε βοηθούσε να κάνεις τις δουλειές του σπιτιού – το πλυντήριο, το ψυγείο, το καλοριφέρ – όλα αυτά ήταν εντός του σπιτιού σου και μέρος αυτού. Σήμερα η τεχνολογία το αλλάζει αυτό και έχω αναφερθεί και παλιότερα εδώ σχετικά με αυτό το θέμα. Για παράδειγμα τα κλιματιστικά και η θέρμανση μπορούν να ρυθμιστούν ακόμη και όταν εσύ δεν είσαι εκεί, υπάρχουν ήδη ψυγεία που γνωρίζουν ότι το γάλα έχει λήξει και σε ενημερώνουν ή ακόμη μπορούν να κάνουν τα ίδια την παραγγελία για εσένα. Πλέον οι γονείς δεν μπορούν να είναι ήσυχοι όταν τα παιδιά τους είναι στο υπνοδωμάτιό τους καθώς δεν μπορούν να ξέρουν με ποιους μιλάνε και τι διαβάζουν όταν κλείνονται στο δωμάτιό τους με ένα tablet. Τα παιδιά τους μπορεί να αισθάνονται σαν το σπίτι τους όταν παίζουν για παράδειγμα ένα παιχνίδι “SIM” με ανθρώπους ή ακόμη χειρότερα με “AI” μηχανές ανεξάρτητα εάν είναι σπίτι τους ή κάπου αλλού. Τα παιδιά όταν θέλουν να μάθουν κάτι ή αντί να ρωτήσουν τους γονείς ή το δάσκαλό τους ρωτάνε το “Siri” ή το «γκουγκλάρουν».
Το σπίτι πλέον έχει χάσει την αίσθηση του χώρου όπου πηγαίνεις μετά τη δουλειά αλλά αντίθετα έχει γίνει η συνέχεια της δουλειάς ή ακόμη και το αποκλειστικό μέρος που εργάζεσαι όπως κάνανε παλιότερα οι γυναίκες με το νοικοκυριό τους.
Η απομόνωση που κανείς έβρισκε στο σπίτι του πλέον δεν υπάρχει ιδίως για αυτούς που το πρώτο πράγμα που κάνουν όταν ξυπνάνε το πρωί είναι να τσεκάρουν τα κοινωνικά τους δίκτυα, Facebook, twitter, instagram, forums είναι μόνο μερικά από αυτά. Το παραδοσιακό τραπέζι όπου παλιά ήταν γεμάτο σεμεδάκια τα οποία απομάκρυνες για να φάει μαζί η οικογένεια, σήμερα έχει αντικατασταθεί από το τραπέζι που θυμίζει πάγκο σε μαγαζί στο «Plaisio» με γκαντζετάκια που και ο κάπτεν Κερκ θα ζήλευε και θα ήθελε να έχει στο Enterprise.
Πλέον μπορείς να νοικιάσεις το σπίτι σου μέσω πλατφόρμων όπως η Airbnb όπου σου επιτρέπει να μοιράζεσαι το σπίτι σου με ξένους με αμοιβή όπως εάν είχες ξενοδοχείο ή ακόμη και να κάνεις ανταλλαγή κατοικιών για διακοπές με αγνώστους εύκολα χρησιμοποιώντας σελίδες όπως “lovehomeswap.com, Homeexchange.com, Homesforexchange.com, homelink.org.uk, homebase-hols.com”. Ακόμη και εάν εσείς δεν το κάνετε μπορεί να το συναντήσετε καθώς την μία μέρα μπορεί να πείτε καλημέρα στον γείτονά σου και την επόμενη που ανοίγεις την πόρτα σου να δεις απ’ έξω μια οικογένεια Κινέζων με τις φωτογραφικές τους στο λαιμό να βγάζουν φωτογραφίες ότι βρουν μπροστά τους.
Δεν υπάρχει πλέον κάτι που να μην μπορείς να κάνεις από το σπίτι σου και αυτό όσο ωραίο και βολικό μπορεί να είναι άλλο τόσο εύκολο είναι να κλέψει το αίσθημα της ησυχίας και θαλπωρής που χρειάζεται να αισθάνεσαι για να γεμίσεις τις μπαταρίες σου, να βρεις έμπνευση, να γράψεις το ημερολόγιό σου, να μεγαλώσεις τα παιδιά σου μέσω της προσωπικής επικοινωνίας και όχι να τα βάλεις να παρακολουθούν κάτι στο youtube ενώ εσύ ψωνίζεις στο skroutz.
Πριν αρκετά χρόνια είχα μελετήσει το φαινόμενο αυτό στην πτυχιακή μου με θέμα την αλληλεπίδραση που έχουν οι νέες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας με τους ανθρώπους με αναπηρία και την πρόσβασή τους (την έψαξα και υπάρχει ακόμη στη βιβλιοθήκη μπορείτε να τη βρείτε εδώ. Πριν ξεκινήσω τη μελέτη είχα την αίσθηση πως οι νέες τεχνολογίες θα δώσουν λύση σε ΑμεΑ και όντως μπορούν και προσφέρουν λύσεις μόνο που ταυτόχρονα μπορούν και τους απομονώνουν ακόμη περισσότερο καθώς αντικαθιστούν την φυσική παρουσία με την ψηφιακή. Ταυτόχρονα μετατρέπουν το σπίτι τους ως ένα χώρο που κάνουν τα πάντα μετατρέποντάς το σιγά σιγά σε ένα χώρο που είναι ταυτόχρονα γραφείο, πολυκατάστημα, χώρος διαδικτυακής συνάντησης χάνοντας έτσι το πρωταρχικό του ρόλο όπως τον έχουμε περιγράψει παραπάνω.
Η εποχή που ζούμε μας καταδικάζει σε μια οδυνηρή και νοσταλγική αναζήτηση για να βρούμε και να δημιουργήσουμε το δικό μας σπίτι σε ένα κόσμο που έχει φτιαχτεί με τέτοιο τρόπο ώστε αυτό να είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Νιώθουμε συνεχώς πως αυτό το όνειρο είναι υπό απειλή και ενώ κάπου νιώθουμε την αίσθηση ότι το πετυχαίνουμε εύκολα μετά από λίγο το χάνουμε ξανά ως απόρροια όλων αυτών που εισβάλουν στη ζωή μας. Πότε υπό τη μορφή μιας συνταρακτικής είδησης στα γεγονότα των 8 για το πολικό ψύχος του αιώνα που έρχεται στην Ελλάδα με αποτέλεσμα να έχουμε δυο μέρες θερμοκρασίες 2 υπό το μηδέν (μα έτσι δεν υποτίθεται πως πρέπει να είναι ο χειμώνας!) και άλλοτε όταν σου τηλεφωνούν από τη δουλειά για ψύλλου πήδημα για να σε αγχώσουν με ότι τους κατέβει.
Το πιο τραγικό όμως είναι ότι τις περισσότερες φορές το κάνουμε οι ίδιοι στους εαυτούς μας και αντί να ζήσουμε την στιγμή και να δώσουμε όλο μας τον εαυτό σε αυτήν και να χαλαρώσουμε στο δικό μας χώρο, αναλωνόμαστε σε σκέψεις ανούσιες ή διαλέγουμε να γεμίσουμε το χρόνο από άνοστες αναζητήσεις στο διαδίκτυο. Αλήθεια πόσο εύκολο είναι να ζήσουμε το όνειρο κάποιου άλλου μέσα από την κάλπικη πραγματικότητα των media σκοτώνοντας με αυτό τον τρόπο τα δικά μας όνειρα που τις περισσότερες φορές δεν τολμάμε καν να τα διατυπώσουμε; Και το χειρότερο δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι ότι ζώντας τα όνειρα άλλων κάνουμε κτήμα μας τους φόβους και τον πανικό τους. Έτσι η τελευταία γριά του χωριού φοβάται μην μπουν στο σπίτι της μετανάστες και την βιάσουν όπως ακούστηκε πως έκαναν στη τάδε διάσημη, ένας άλλος ακούει για πεντηκοστή έβδομη φορά ότι η εφορία θα ψάξει για λογαριασμούς τραπεζών για να βρει αυτούς που φοροδιαφεύγουν και τρέμει μήπως δεν θα μπορέσει να δικαιολογήσει τα 200 Ευρώ που έχει στη τράπεζα και δε δήλωσε στο Ε1 και χάσει το σπίτι που ακόμη το χρωστάει.
Από την Αυστραλία μέχρι την Αυστρία, οι δημαγωγοί των άκρων εκμεταλλεύονται τον φόβο, σπείρουν μίσος και σηκώνουν τοίχους διαδίδοντας το μήνυμα πως το σπίτι σου κινδυνεύει και μαζί με αυτό τα όνειρά σου (τα οποία πολλές φορές δεν είναι καν δικά σου).
Στο Ηνωμένο Βασίλειο οι δημαγωγοί με εργαλείο το Facebook για να σπείρουν το φόβο με ψευδή ειδήσεις τις πιο πολλές φορές κέρδισαν στο νήμα τη ψήφο για να βγουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο κερδίζει όλο και πιο πολύ έδαφος, η άνοδος του Λαϊκού Δανικού Κόμματος, όπως και το κόμμα «Ενναλακτική Γερμανία», κατακτούν όλο και ένα μεγαλύτερο μερίδιο στη λαϊκή καρδιά. Για να μην αναφέρω τον Ελληνικό λαό που υποστηρίζει για κυβέρνηση το ένα λαϊκίστικο κόμμα μετά το άλλο, με ακόμη χειρότερη και λαϊκίστικη αντιπολίτευση που βάζει συνεχώς τρικλοποδιές στο ίδιο το κράτος για μικροπολιτικές σκοπιμότητες και όλοι μαζί μας πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Στη Μέση Ανατολή και Νότια Αμερική έχουν ήδη κερδίσει οι λαϊκιστές όπου υπάρχει δημοκρατία και τα απολυταρχικά καθεστώτα στα υπόλοιπα. Έχουμε φτάσει στο σημείο ο Κινέζος πρωθυπουργός να μιλάει για το όφελος του ελεύθερου εμπορίου και ο καινούργιος πρόεδρος των ΗΠΑ να μιλάει για την προστασία της χώρας του από αυτό και να το βρίσκομαι φυσιολογικό. Μόνη ίσως εξαίρεση ο Καναδάς όπου κόντρα στο κλίμα του απομονωτισμού ο πρωθυπουργός Τζάστιν Τρουντό βγαίνει ευθέως και ενθαρρύνει τη μετανάστευση καλωσορίζοντας τη διαφορετικότητα στη χώρα του και αποκομίζοντας τα μέγιστα από αυτό.
Δεν είναι όμως μόνο ο λαϊκισμός που δημιουργεί το κλίμα διχασμού. Η ίδια κοινωνία χωρίζεται σε αυτούς που θέλουν την κοσμοπολίτικη ζωή και όσους προτιμούν τις ομοιογενείς κοινωνίες. Μεταξύ νέων ανθρώπων που τους αρέσει να βρίσκονται σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον και άνεργων μεσηλίκων που βλέπουν ως απειλή αυτούς που έρχονται να εργαστούν σε άθλιες συνθήκες για να πάρουν τις δουλειές τους.
Αλήθεια ποιος ευθύνεται για αυτό; Όταν δούλεψα πρώτη φορά στην Αγγλία, μέσα σε 1 ώρα (συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που περίμενα να έρθει η σειρά μου) έβγαλα “National Insurance Number” που είναι κάτι σαν το ΑΦΜ εδώ στην Ελλάδα. Δεν μπορούσα να δουλέψω χωρίς αυτό, δηλαδή με μαύρα όχι μόνο γιατί απαγορεύονταν και φοβόντουσαν τα πρόστιμα (7 χρόνια στην Αγγλία ποτέ δεν είδα επιθεώρηση εργασίας ούτε καν να το αναφέρει κανείς τους) αλλά γιατί απλά είχαν την παιδεία οι ίδιοι να το τηρούν από μόνοι τους. Με αυτό το ΑΦΜ την επόμενη μέρα δούλευα σε εργοστάσιο συσκευασίας μαζί με Άγγλους, Σομαλούς, Ισπανούς, Τζαμαϊκανούς, Κινέζους με τις ίδιες συνθήκες, δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ήταν όλα ξεκάθαρα και κατανοητά. Εάν δούλευα ένα τέταρτο παραπάνω πληρωνόμουν για αυτό. Είχα ακριβώς 45 λεπτά διάλειμμα. Ένα 15λεπτο στις 10:00 και ένα μισάωρο στις 12:30 για κολατσιό. Δεν πληρωνόμουν για το διάλειμμα. Μου άρεσε ή όχι έτσι ήταν. Δεν ένιωσα πως με μεταχειρίζονταν διαφορετικά. Ότι έκανα εγώ έκανε και η Philippa, φίλη μου από διπλανό πανεπιστήμιο που ξεκίνησε μαζί μου την ίδια μέρα. Στην «τότε Αγγλία» με έβλεπαν όπως και τους άλλους ξένους, ως κάποιον που μπορεί να συνεισφέρει θετικά στη χώρα τους και πληρώνοντας τους φόρους που μου αναλογούσαν βοηθούσα και ταυτόχρονα νιώθοντας χρήσιμος και παραγωγικός μπορούσα ευκολότερα να προσαρμοστώ στις εκεί συνθήκες και να δώσω με τη σειρά μου τον καλύτερο εαυτό.
Τι γίνεται όμως στην Ελλάδα; Δεν θα το αναλύσω καθώς αυτά που θέλω να πω ξεπερνάνε την χωρητικότητα του σκληρού σας δίσκου αλλά εν συντομία αυτό που επικρατεί είναι ένα απέραντο χάος. Εάν είσαι το αφεντικό κοιτάς να κάνεις τη δουλειά σου δίνοντας τα λιγότερα που σου υποχρεώνει ο νόμος και τα υπόλοιπα μαύρα κατάμαυρα. Εάν είσαι και μετανάστης τότε είσαι άλλη κατηγορία. Όταν μάζευα αχλάδια στο Κορώπη πιτσιρικάς ή κάνοντας άλλες αγροτικές εργασίες τα καλοκαίρια του ΄90, θυμάμαι ότι έπαιρνα τα διπλάσια από τους Αφγανούς, Ιρακινούς και Βούλγαρους που δούλευαν πάνω κάτω το ίδιο με εμένα (ήμουν πολύ εργατικός για αυτό..). Εγώ δούλευα για να πάρω το «Levis 501» μαϊμού από την λαϊκή (5 χιλιάρικα δρχ το κινέζικο αντί για 22 χιλιάδες δρχ το Αμερικάνικο που πάλι φτιαχνόντανε στην Κίνα – και στις δυο περιπτώσεις τα χρήματα πηγαίναν έξω) ενώ ο μετανάστης τα μάζευε και τα έστελνε στη χώρα του (πάλι έξω). Φυσικά τότε ούτε που μου περνούσε από το μυαλό μου για τις συνέπειες. Και όταν λέω συνέπειες δεν μιλάω μόνο για την αδικία προς τον Αφγανό ή το γεγονός πως δεν έβρισκα κάτι ωραίο που φτιάχνετε στο τόπο μου, να πάνε τα χρήματα, (αλήθεια τι παράγουμε; - άνοιξα μεγάλο θέμα..) αλλά για το γεγονός ότι ανεχόμενος αυτή τη διαφορετική μεταχείριση σιγά σιγά καταδίκαζα τον μελλοντικό μου εαυτό να ξαναβρώ δουλειά ή τον ίδιο μου τον “Παππού Βαγγέλη” που ο άνθρωπος δούλευε μέχρι τα τελευταία του, 70 και χρονών, πάνω σε δέντρα και οικοδομές και κάθε χρόνο πληρωνόντανε όλο και λιγότερα. Πείτε μου τώρα ποιος φταίει που οι μετανάστες μας παίρνουν τις δουλειές; Ο μετανάστης που επιλέγει να ψάξει μία καλύτερη ζωή, έστω δουλεύοντας και με λιγότερα ή το αφεντικό αλλά και οι υπόλοιποι δουλοπρεπείς Έλληνες που θεωρούν μαγκιά τέτοιες πρακτικές; Σίγουρα εάν σκέφτεσαι την πάρτι σου με μόνο γνώμονα το μήνα που θα βρίσκεσαι στο χωράφι μια χαρά είναι. Νιώθεις άρχοντας να σε πληρώνουν μαύρα αλλά τουλάχιστον τα διπλάσια από τον σκουρόχρωμο δίπλα σου, το αφεντικό σου βολεύεται μια χαρά επίσης αφού κανείς δεν τον καταγγέλλει και δεν χρειάζεται να πληρώνει φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και πάει λέγοντας. Μέχρι που μια μέρα ξυπνάς και συνειδητοποιείς πως είσαι ο περίγελος όλης της Ευρώπης. Βράστα.
Πάμε παρακάτω όμως -
Η φιλοσοφία του Heidegger που ευδοκίμησε στη Ναζιστική Γερμανία του 1930 ξαφνικά αποκτάει υποστηρικτές στις μέρες μας καθώς ο σύγχρονος τρόπος ζωής κάνει πολλούς να νιώθουν άστεγοι τον περισσότερο καιρό σαν πολίτες του πουθενά. Αυτό ακριβώς που αναζητούν μεγάλες πολυεθνικές προκυμμένου να πληρώνουν το λιγότερο δυνατόν σε μισθούς. Τέτοιες εταιρείες που καταφέρνουν με απειλές να πληρώνουν την ελάχιστη δυνατή φορολογία και φτάνουμε στο σημείο οι θέσεις εργασίας από την οποία εξαρτώνται τα νοικοκυριά να είναι υπό ομηρία ανθρώπων που θεωρούν τον ξεριζωμό ως τη βέλτιστη κατάσταση για τα συμφέροντά τους. Αυτό που υποστηρίζει ο Heidegger τελικά είναι πως ο σύγχρονος τρόπος ζωής επιταχύνει αυτή τη κατάσταση και κατά συνέπεια αυτόν το φόβο.
Για όσους τρέφονται από τον φόβο ότι έρχονται οι ξένοι από τριτοκοσμικές χώρες να μας πάρουν τα σπίτια μας, σας έχω έναν ακόμη καλύτερο και πιο τρομακτικό. Εκατομμύρια άνθρωποι το χρόνο (μερικές μελέτες αναφέρουν για εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων) μετακινούνται μέσα στην ίδια χώρα τους από την επαρχία στις μεγαλουπόλεις. Αυτοί οι άνθρωποι και οι πόλεις που γεμίζουν με κόσμο γεμάτους όνειρα, ιδίως στη Κίνα, είναι το μέρος όπου θα δοθεί η πραγματική μάχη για το δικαίωμα του ανθρώπου στη κατοχή μιας κατοικίας, μέσα στα επόμενα 40 χρόνια.
Συνταγές και μελέτες διάσημων πολεοδόμων όπως της Jane Jacobs που την είχε πρόσφατα ως Doodle η Google και ήταν η πρώτη που εισήγαγε τον παράγοντα της κοινωνιολογίας στην πολεοδομία απλά θα φαντάζουν ως άρθρα σε περιοδικά ποικίλης ύλης μπροστά στις προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Μία πολλή ενδιαφέρουσα ομιλία της μπορείτε να την βρείτε εδώ. Μιλάει για έξυπνους τρόπους σχεδιασμού πόλεων που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των κατοίκων, εισάγοντας έννοιες όπως της ένταξης διαφορετικών ανθρώπων και πολιτισμών και δημιουργία χώρων που εύκολα μπορούν να μετατραπούν στο μέλλον σύμφωνα με τις μελλοντικές ανάγκες της πόλης ή να εξευγενιστούν όταν χάνουν την αξία τους, αλλά και το πόσο σημαντικό είναι να είσαι ιδιοκτήτης της κατοικίας σου ή ακόμη και το κτίριο που στεγάζεται η επιχείρησή σου. Μια πιο σύντομη ανάλυση αξίζει να δείτε εδώ.
Συγκρίνετε αυτά που λέει η Jacobs με αυτά που συμβαίνουν στις πραγματικές πόλεις στο Πεκίνο ή κάποιες συνοικίες στην Αθήνα ή την πόλη του Μεξικού και του Σάο Πάολο ντε Πιρατίνιγκα στη Βραζιλία και βρείτε μου κοινά σημεία. Ή αυτά που έμαθα ακούγοντας έναν από τους σημαντικότερους συγκοινωνιολόγους που είχα την τιμή να γνωρίσω από κοντά - τον Καθηγητή μου Prof. May στο Ινστιτούτο Συγκοινωνιών του Πανεπιστημίου του Λίντς όταν μιλούσε για εργαλεία υποστήριξης αποφάσεων για βιώσιμες στρατηγικές αστικών μεταφορών και χρήση γης σε αστικά κέντρα και περιβαλλοντικές πολιτικές και άσπρα άλογα. Φανταστείτε τι έχει να γίνει στις χώρες αυτές όταν το όνειρο των ανθρώπων για μία καλύτερη ζωή στη πόλη αποτύχει και νέα κύματα ανθρώπων θελήσουν να βρουν ένα καλύτερο σπιτικό σε μια άλλη χώρα.
Νομίζεται πως δεν μας αφορά και όλα αυτά ανήκουν στο μακρινό μέλλον ή ακόμη και στη φαντασία μερικών ανθρώπων. Εάν με ρωτούσατε πριν λίγα χρόνια θα έλεγα με βεβαιότητα πως έχετε δίκιο, αλλά τώρα δεν είμαι τόσο σίγουρος. Αλήθεια τι πρόκειται να γίνει εάν ξαφνικά το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα καταρρεύσει και υποθέτοντας αισιόδοξα πως δεν θα ακολουθήσουν πόλεμοι και εμφύλιοι, όλοι αυτοί οι Έλληνες που ξαφνικά θα πρέπει να επιστρέψουν στη Μητέρα πατρίδα κυνηγημένοι από τον εθνικισμό ή αδικημένοι όταν χάσουν τα προνόμια που σήμερα τους
παρέχονται σαν να είναι ντόπιοι; Θα έχουν άραγε την ίδια τύχη που είχαν οι 1,5 εκατομμύρια Έλληνες Μικρασιάτες όταν αναγκάστηκαν να φύγουν άρον άρον από τα Σπίτια τους στα παράλια της Τουρκίας;
Για πάτε μια βόλτα στη Νέα Ιωνία, Μαγνησίας ή όπου αλλού υπάρχουν τα λεγόμενα προσφυγικά που παρότι έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από το 1922-1924 που έγινε η ανταλλαγή πληθυσμών ακόμη υπάρχουν σημάδια γκέτου. (Βέβαια το να επιστρέψουν εκατομμύρια Έλληνες πίσω προϋποθέτει πως θα υπάρχει Ελλάδα μέχρι τότε, αλλά σας είπα από την αρχή πως είμαι αισιόδοξος).
Τελειώνοντας με τις δυσοίωνες προβλέψεις θέλω να σας αναφέρω μία τελευταία απειλή και δεν είναι άλλη από την Κλιματική Αλλαγή και τα προβλήματα που θα φέρει στους ανθρώπους από τις καταστροφές των έντονων καιρικών φαινομένων και εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας που θα εκτοπίσει πολλά εκατομμύρια και κυρίως φτωχούς ανθρώπους από τα σπίτια τους. Ένα αναλυτικό μου άρθρο για το θέμα μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Περισσότερες από 100 μεγάλες πόλεις σε όλο τον κόσμο βρίσκονται σε ακτές που θα επηρεαστούν από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Η καταστροφή των παραλιών στην Ελλάδα που χρησιμοποιεί τις ακτές της ως τη βιομηχανία της, θα είναι το τελειωτικό χτύπημα που θα την γονατίσει εάν μέχρι τότε δεν έχουμε σκεφτεί εναλλακτικούς τρόπους να βγάζουμε χρήματα.
Σε όλα αυτά τα ζητήματα και τις τεράστιες αλλαγές που συμβαίνουν - από την τεχνολογία μέχρι τη μετανάστευση, την αστικοποίηση και την κλιματική αλλαγή - η ιδέα του σπιτιού είναι κεντρικής σημασίας. Ο φόβος πως χάνουμε το σπίτι μας είναι μια οδυνηρή ιδέα που για πολλούς είναι και πραγματικότητα, γιατί δεν μπορούμε να το συντηρήσουμε επειδή δεν έχουμε δουλειά, λόγου ΕΝΦΙΑ, θέματα υγείας κτλ.
Όπως η φύση χρειάζεται χρόνο για να προσαρμοστεί στις αλλαγές που οι δραστηριότητες του ανθρώπου επιφέρουν μια ώρα νωρίτερα, έτσι και οι άνθρωποι χρειάζονται χρόνο για να προσαρμοστούν στις τεράστιες αλλαγές που έχει φέρει η τεχνολογία, η επανάσταση στην ιατρική με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, την κλιματική αλλαγή, την μετανάστευση και στη τελική τη καλλιέργεια ενός ψύχραιμου τρόπου διαχείρισης των φόβων μας που προκαλούν όλες αυτές οι καταστάσεις.
Μετά το φόβο που έχουμε ότι μπορεί μια μέρα να χάσουμε τη μάχη της ζωής από μια ασθένεια ή ατύχημα, ο οποίος συνήθως μας κάνει καλύτερους ανθρώπους καθώς μας αφυπνίζει να εκτιμήσουμε αυτά που έχουμε εδώ και τώρα, ο φόβος ότι θα χάσουμε το σπίτι μας είναι ο χειρότερος.
Για να χάσεις το σπίτι σου προϋποθέτει βέβαια πως έχεις ένα για να χάσεις και πολλοί είναι αυτοί που αυτό δεν το έχουν τόσο στη χώρα μας όσο και ακόμη περισσότερο σε άλλες χώρες. Είναι αλήθεια πως αυτό δεν είναι όσο έντονο στην Ελλάδα, όσο αλλού, καθώς έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη. Η γενιά μου όμως είναι πιθανόν η τελευταία που απολαμβάνει αυτό το προνόμιο σε τέτοιο βαθμό καθώς με την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης από τα μνημόνια των τελευταίων χρόνων χάνεται ένα μεγάλο ποσοστό πληθυσμού που έχει την οικονομική ευχέρεια να αποκτήσει ένα δικό του σπίτι. Πόσο μάλλον τώρα που για να πάρεις δάνειο από τράπεζα είναι σαν να κερδίζεις το joker.
Το πόσο σημαντικό είναι για τον άνθρωπο η ιδέα μιας αξιοπρεπούς κατοικίας σε πρακτικό αλλά και ψυχολογικό επίπεδο είναι ολοφάνερο και από την επιτυχία που έχουν σχετικές εκπομπές στην τηλεόραση. Σε πρακτικό επίπεδο τόσο στην Ελλάδα αλλά ακόμη περισσότερο στο εξωτερικό υπάρχουν δεκάδες προγράμματα που δείχνουν ένα παρουσιαστή να πηγαίνει σε σπίτια έτοιμα να πέσουν και να τα φτιάχνουν από την αρχή δίνοντας έτσι την ευκαιρία να ζήσουμε μέσα από τα μάτια των «καημένων» την ελπίδα και τη χαρά τους. Αλλά και ψυχολογικά οι επιτυχίες που είχαν εκπομπές τύπου Big Brother που έδιωχνες κάθε εβδομάδα αυτόν/ην που δεν ταίριαζε στο σπιτικό ή σε κάτι παιχνίδια επιβίωσης (survival) που πρέπει να επιλέξετε αυτούς που μπορούν να συνεισφέρουν το μέγιστο στη δημιουργία ενός σπιτικού κάνοντας θυσίες για τρόφιμα, κατασκευάζοντας αιώρες και μια στέγη ή απλά παρέχοντας μια ζεστή αγκαλιά σε αυτούς που το έχουν ανάγκη.
Η επιθυμία και η ανάγκη τόσο σε πρακτικό όσο και ψυχολογικό επίπεδο κατοχής μιας κατοικίας ωθούν πολλούς ανθρώπους στην υποστήριξη μέτρων για τη δημιουργία τειχών σε σύνορα και ψήφιση πολιτικών απομονωτισμού. Αλλά μην νομίζετε πως χρειαζόμαστε τους μετανάστες για να υποστηρίξουμε τέτοιες πρακτικές. Αυτό πολλές φορές χρησιμοποιείται ως άλλοθι για να κρύψουμε διχασμούς και παθογένειες εντός της κοινωνίας μας. Για παράδειγμα ο διχασμός μεταξύ γενεών είναι όλο και πιο έντονος, ιδίως στη χώρα μας που πάσχει από την υπογεννητικότητα και την ανεργία. Από την μία ηλικιωμένοι άνθρωποι που βγάζουν περισσότερα χρήματα ως συνταξιούχοι σε σύγκριση με νέους που εργάζονται με εξουθενωτικούς ρυθμούς χωρίς να έχουν αρκετά να συντηρήσουν ούτε το σπίτι τους πόσο μάλλον και άλλα όνειρα όπως οικογένεια και χόμπι. Αλλά ακόμη και άνθρωποι που δεν ζουν σε αυτά τα άκρα καλούνται να πάρουν αποφάσεις όπως αν οι ηλικιωμένοι, ασθενείς γονείς τους θα πρέπει να πάνε σέ «άλλο σπίτι» που συνήθως σημαίνει σε κλινικές και οίκους ευγηρίας. Τέτοια ψυχοφθόρα διλλήματα για τα «ενήλικα παιδιά» αλλά ακόμη περισσότερο για τους ίδιους ηλικιωμένους μας φέρνουν στα όρια μας ως άνθρωποι. Ιδίως για τους αυτούς που πάσχουν από άνοια – το οποίο κοντεύει να γίνει παγκόσμια επιδημία - χάνοντας το σπίτι τους χάνουν την επαφή με ένα οικείο πρόσωπο αλλά και τις όποιες αναμνήσεις από το χώρο του σπιτιού και κατά επέκταση το ποιοι πραγματικά είναι καθώς η βραχυπρόθεσμη μνήμη είναι αυτή που πρώτη φεύγει, πράγμα ιδιαίτερα τρομακτικό.
Στη χώρα μας ο δεσμός της οικογένειας είναι ακόμη δυνατός, αλλά παρόλα αυτά λόγο περιστάσεων κάποιοι ηλικιωμένοι χωρίς παιδιά ή οικογένειες με οικονομικές δυσκολίες καλούνται να λάβουν σκληρές αποφάσεις. Σε αυτά τα διλήμματα υπάρχουν ευτυχώς ελπιδοφόρες πρακτικές που εφαρμόζονται ήδη σε πολλές χώρες. Για παράδειγμα μία απλή και εφαρμόσιμη ιδέα που δίνει λύση στην οικονομικά προσιτή στέγαση νέων και ταυτόχρονα βοηθάει στην καταπολέμηση της μοναξιάς και του απομονωτισμού ανθρώπων τρίτης ηλικίας μπορείτε να δείτε εδώ και εφαρμόζεται ήδη οργανωμένα από Δήμους και ΜΚΟ ή ιδιωτικά σε πολλά μήκη και πλάτη του πλανήτη μας.
Εξαιτίας όλων αυτών που έχουμε αναφέρει, οι εντάσεις πάνω από την έννοια «Νιώθω ότι είμαι Σπίτι μου» πρακτικά και ψυχικά θα ενταθούν τα επόμενα χρόνια ακόμη περισσότερο. Αν οι άνθρωποι αισθάνονται πως το όνειρό τους για ένα σπίτι απειλείται ή ότι κινδυνεύει αυτό που έχουν, θα αισθανθούν προδομένοι από το ίδιο σύστημα, θυμωμένοι και θλίψη. Πολλοί από αυτούς θα στηρίξουν (όπως ήδη συμβαίνει) πολιτικές καταπάτησης της δικιάς τους ελευθερίας αλλά και γενικότερα των ανθρώπων γύρω τους, προκειμένου να κρατήσουν μακριά ότι απειλεί το σπίτι τους. Αυτή τη στιγμή πολιτικά μόνο λαϊκίστικες φωνές των άκρων φαίνεται να κατανοούν πλήρως τη δύναμη αυτού του φόβου προτάσσοντας λύσεις που προσωπικά πιστεύω αλλά και ιστορικά έχουν δείξει πως είναι αδιέξοδες και φέρνουν ακόμη χειρότερα δεινά στις κοινωνίες που τις υιοθέτησαν.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε μία δημιουργική και ψύχραιμη απάντηση στον φόβο ότι χάνουμε το σπίτι μας. Ίσως να ζητάμε πολλά από το παρόν καπιταλιστικό σύστημα που κυριαρχεί στο δυτικό τουλάχιστον κόσμο, αλλά δυστυχώς παραδείγματα δεν υπάρχουν ή δεν γνωρίζω πως υπάρχουν και αλλού. Η μετάλλαξη του υπάρχοντος συστήματος που θα δώσει μία αξιόπιστη λύση και ελπίδα στους ανθρώπους είναι άμεσα αναγκαία και αυτό που οι άνθρωποι ζητούν. Δεν θα είναι η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο έχει συμβεί. Όταν εδώ στην Ελλάδα οι πρόγονοί μας αγωνιζόντανε για την ελευθερία μας το 1821 σε μια άλλη χώρα ο Robert Owen στο εργοστάσιο της Cadbury κοντά στο Birmingham της Αγγλίας ξεκινούσε μια επανάσταση για μία καλύτερη διαχείριση του πλούτου που παρήγαγε ο καπιταλισμός και ταυτόχρονα τα θεμέλια οικοδόμησης μιας πιο δίκαιης τοπικής κοινωνίας. Αλλά και στον προηγούμενο αιώνα, στον απόηχο του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, ο σύγχρονος καπιταλισμός ήταν πιο επιτυχημένος και παραγωγικός όταν δεν έχτιζε μόνο εργοστάσια αλλά και εκατομμύρια σπίτια δίπλα σε αυτά και μαζί με αυτά τα γέμισε με μεθοδευμένο τρόπο με διαρκή καταναλωτικά αγαθά που δυστυχώς όμως έφτασε σε μη βιώσιμο βαθμό, τόσο για το περιβάλλον όσο και για τον ψυχισμό μας. Ο νέος τύπου καπιταλισμού ή όπως και εάν τελικά θα ονομαστεί πρέπει να εξαφανίσει το φόβο ότι χάνουμε το σπίτι μας και ότι περιτριγυριζόμαστε από ανθρώπους που βρίσκονται εκεί για να απειλήσουν το σπιτικό και την ευημερία μας.
Ομοίως, η προοδευτική Αριστερά θα ανανεωθεί μόνο αν έρχεται με μια πιο αισιόδοξη, πλουραλιστική και δημοκρατική άποψη για το πώς οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν ένα νοικοκυριό και να το προσφέρουν σε όλους τους πολίτες με δίκαιο τρόπο χωρίς τη δημιουργία νέων φόβων και περιορισμών. Ίσως χώρες όπως ο Καναδάς ή η Δανία να δώσουν κάποια μαθήματα αλλά σίγουρα θα χρειαστεί περισσότερη φαντασία καθώς οι προκλήσεις που θα πρέπει να ξεπεραστούν και σε διεθνές επίπεδο ξεπερνάνε κατά πολύ αυτές που αντιμετωπίζουν οι συγκεκριμένες χώρες ( που αφορούν την οικονομία, διαφορετικούς πολιτισμούς, Γεωστρατηγικές θέσεις κτλ.).
Ίσως να έρθουν από αναπτυσσόμενες χώρες που άμεσα θα χρειαστεί να βρουν ένα βιώσιμο και ευφάνταστο τρόπο για να διαχειριστούν την επιταχυνόμενη μετακίνηση ανθρώπων προς αστικά κέντρα χωρίς τα μέσα και τους πόρους που έχουν οι αναπτυγμένες χώρες ή ακόμη και από νέες προσεγγίσεις για τη φροντίδα ηλικιωμένων, δημιουργία νέων δομών στέγασης ή ακόμη και μέσω νέων τεχνολογιών όπως η οικοδόμηση σπιτιών οικονομικά χρησιμοποιώντας εκτυπωτές 3D.
Ζούμε σε έναν ανήσυχο και συνεχές μεταβαλλόμενο κόσμο, όπου οι άνθρωποι απεγνωσμένα αναζητούν ένα ασφαλές περιβάλλον για να χτίσουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό και τις τοπικές τους κοινωνίες. Η διαδρομή της αλλαγής για έναν καλύτερο κόσμο, ειρηνικό και πλουραλιστικό περνάει από μία οικονομία που θα προασπίζει αυτή την ανάγκη και θα δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για να ευημερήσουν τέτοιες κοινωνίες.